Οι Κύστεις της Επίφυσης (Κωναρίου) είναι κοινές, συνήθως ασυμπτωματικές, και ανακαλύπτονται συνήθως τυχαία. Η σημασία τους είναι κυρίως στο γεγονός ότι δεν μπορούν να διακριθούν από κυστικούς όγκους της περιοχής, ιδιαίτερα όταν είναι μεγάλες ή όταν άτυπα χαρακτηριστικά είναι παρόντα.
Οι κύστεις του Κωναρίου βρίσκονται συνήθως σε νεαρούς ενήλικες (ηλικίας 20-30 ετών) με μια προτίμηση για τις γυναίκες (3:1 σε αναλογία θηλυκών:αρσενικών ασθενών). Εμφανίζονται ως τυχαίο εύρημα στο ~ 5% των μαγνητικών τομογραφιών εγκεφάλου και στο 20-40% αυτοψιών.
Η συντριπτική των πλειοψηφία είναι μικρές (≤1 cm) και ασυμπτωματικές. Όταν είναι μεγαλύτερες μπορούν να συμπιέσουν τα Άνω Διδύμια και να προκαλέσουν σύνδρομο Parinaud. Εάν συμπιέσουν τον Υδραγωγό, μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε αποφρακτικό υδροκέφαλο. Σπάνια, αιμορραγία σε μια κύστη μπορεί να προκαλέσει νέκρωση της Επίφυσης (αποπληξία Κωναρίου). Δεδομένου ότι πιο συχνά εμφανίζονται σε νεαρές γυναίκες, έχει προταθεί ότι οι ορμονικές αλλαγές παίζουν ρόλο στο σχηματισμό τους. Καθώς οι γυναίκες γερνούν η κύστη αρχικά διευρύνεται και στη συνέχεια συρρικνώνεται. Στους άνδρες, τείνουν να παραμένουν σταθερές με την πάροδο του χρόνου.
Σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις, δεν χρειάζονται θεραπευτική αντιμετώπιση, και στις περισσότερες περιπτώσεις, υπό την προϋπόθεση η κύστη είναι μικρή, δεν απαιτείται παρακολούθηση με νευροαπεικόνιση.
Σε μια μελέτη 32 ασθενών με κύστη Κωναρίου, σε χρονικό διάστημα 6 μηνών έως 9 ετών, βρέθηκε διεύρυνση της κύστης σε μόνο 3 ασθενείς, στο 75% των ασθενών η κύστη παράμεινε η ίδια, και στους υπόλοιπους συρρικνώθηκε. Όταν οι κύστεις είναι πάνω από 10-12 mm σε διάμετρο η παρακολούθηση είναι συνήθως απαραίτητη καθώς παρόμοια εικόνα μπορεί να έχει και το επιφυσίωμα/πινεοκύτωμα.
Επιπλέον, υπάρχουν πολλά άλλα νεοπλάσματα που μπορεί να εντοπίζονται στην περιοχή της επίφυση, όπως είναι οι όγκοι των γεννητικών κυττάρων (σεμίνωμα, εμβρυϊκό καρκίνωμα, χοριοκαρκίνωμα, τεράτωμα, πινεοκύτωμα, πινεοβλάστωμα, και μεταστάσεις). Οι όγκοι αυτοί μπορεί να έχουν κυστική μορφολογία, και πολλοί είναι εξαιρετικά κακοήθεις, καθιστώντας έτσι την παρακολούθηση μιας μεγάλης ή άτυπης κύστης απαραίτητη.