Τα Θηλώματα των χοριοειδών πλεγμάτων είναι σπάνιοι, καλοήθεις, νευροεπιθηλιακοί ενδοκοιλιακοί όγκοι. Κατατάσσονται ως όγκοι βαθμού Ι κατά WHO, αν και υπάρχουν περιπτώσεις βαθμού ΙΙ. Είναι, ευτυχώς, πολύ πιο συχνοί από ό,τι το πολύ πιο επιθετικό καρκίνωμα του χοριοειδούς πλέγματος (WHO βαθμού ΙΙΙ).
Οι όγκοι αυτοί αντιπροσωπεύουν περίπου το 1% όλων των όγκων του εγκεφάλου, 2-6% όλων των παιδιατρικών όγκων του εγκεφάλου και 0,5% των όγκων του εγκεφάλου των ενηλίκων. Περίπου το 85% όλων των θηλωμάτων των χοριοειδών πλεγμάτων αφορούν παιδιά κάτω από την ηλικία των 5 ετών. Σε αντίθεση με τους περισσότερους άλλους όγκους του εγκεφάλου, οι οποίοι στα μεν παιδιά εντοπίζονται συχνότερα στον οπίσθιο βόθρο και στους ενήλικες υπερσκηνιδιακά, ο κανόνας αυτός αντιστρέφεται για τα θηλώματα των χοριοειδών πλεγμάτων. Στους ενήλικες αυτοί οι όγκοι συχνότερα (70%) εμφανίζονται στην τέταρτη κοιλία. Στην παιδιατρική ηλικιακή ομάδα, οι πλάγιες κοιλίες είναι η πιο συχνή θέση εντόπισής τους.
Η κυριότερή τους κλινική εκδήλωση είναι ο υδροκέφαλος- σε πάνω από το 80% των περιπτώσεων. Αν και ο ακριβής μηχανισμός παραμένει αβέβαιος, πιστεύεται ότι οφείλεται σε ένα συνδυασμό υπερπαραγωγής ΕΝΥ και μείωση της επαναρρόφησής του.
Η ολική εκτομή τους είναι η κύρια αντιμετώπισή τους και είναι συνήθως θεραπευτική στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων.