Ολιγοδενδρογλοίωμα.

Τα ολιγοδενδρογλοιώματα προέρχονται από τα ολιγοδενδροκύτταρα. Τα βασικά κύτταρα του εγκεφάλου είναι οι νευρώνες. Γύρω από τους νευρώνες υπάρχουν άλλα κύτταρα που τους προστατεύουν και ταυτόχρονα τους τρέφουν: τα κύτταρα αυτά λέγονται νευρογλοιακά ή γλοιακά (glial cells). Υπάρχουν διάφορα είδη νευρογλοιακών κυττάρων, όπως τα αστροκύτταρα και τα ολιγοδενδροκύτταρα. Οι όγκοι που προκύπτουν από τα αστροκύτταρα καλούνται αστροκυτώματα, ενώ οι όγκοι που προκύπτουν από τα ολιγοδενδροκύτταρα καλούνται ολιγοδενδρογλοιώματα. 
Τα ολιγοδενδρογλοιώματα μπορεί να είναι χαμηλού (grade II) ή υψηλού βαθμού κακοήθειας (βαθμού III ή αναπλαστικό).
Οι όγκοι αυτοί εντοπίζονται οπουδήποτε εντός των εγκεφαλικών ημισφαιρίων του εγκεφάλου, αν και ο μετωπιαίος και ο κροταφικός λοβός είναι οι πιο κοινές θέσεις ανάπτυξής τους.
Τα ολιγοδενδρογλοιώματα συχνά εμπεριέχουν αποτιτανώσεις (70-90%), περιοχές αιμορραγίας ή και κύστεις. 
Ενίοτε τα ολιγοδενδρογλοιώματα αναμιγνύονται και με άλλους τύπους κυττάρων (μεικτοί όγκοι). 
Λόγω της γενικά αργής ανάπτυξη τους, τα ολιγοδενδρογλοιώματα είναι συχνά παρόντα για χρόνια προτού να διαγνωστούν. Τα πιο κοινά συμπτώματά τους είναι οι επιληπτικές κρίσεις, ο πονοκέφαλος και αλλαγές στην προσωπικότητα και την συμπεριφορά του ασθενούς. Άλλα συνοδά συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με την τοποθεσία και το μέγεθος του όγκου. Όγκοι του μετωπιαίου λοβού μπορεί να προκαλέσουν αδυναμία στη μία πλευρά του σώματος, την προσωπικότητα ή αλλαγές συμπεριφοράς, και δυσκολία στην βραχυπρόθεσμη μνήμη. Όγκοι του κροταφικού λοβού είναι συνήθως "σιωπηλοί" επί χρόνια, προκαλώντας λίγα συμπτώματα εκτός ίσως από επιληπτικές κρίσεις ή και προβλήματα ομιλίας.
Περίπου το 4% των πρωτοπαθών όγκων του εγκεφάλου είναι ολιγοδενδρογλοιώματα, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 10-15% των γλοιωμάτων. Μόνο 6% των όγκων αυτών βρίσκονται σε βρέφη και παιδιά. Τα περισσότερα ολιγοδενδρογλοιώματα αφορούν σε ενήλικες ηλικίας 50-60 ετών, και βρίσκονται σε άνδρες συχνότερα από τις γυναίκες.
Όπως και πολλοί τύποι όγκων, η ακριβής αιτιοπαθογένειά τους δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, σύγχρονες έρευνες έχουν εντοπίσει χρωμοσωμικές ανωμαλίες που μπορεί να παίζουν ένα ρόλο στην ανάπτυξη αυτών των όγκων.
Εάν ο όγκος είναι προσβάσιμος, η τυπική θεραπεία για τα ολιγοδενδρογλοίωμα είναι η χειρουργική αφαίρεσή τους. Βιοψία συνήθως πραγματοποιείται σε όγκους που δεν είναι προσβάσιμοι για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση και να καθοριστεί ο βαθμός κακοήθειας του όγκου. Υποτροπιάζοντα χαμηλού βαθμού ολιγοδενδρογλοιώματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με επαναληπτική χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία.
- Grade II ολιγοδενδρογλοιώματα: Η στενή παρακολούθηση με τακτικές μαγνητικές τομογραφίες συνιστάται μετά την επιτυχή αφαίρεση του χαμηλού βαθμού ολιγοδενδρογλοιώματος. Εάν υπάρχει υπόλειμμα όγκου η θεραπεία με ακτινοβολία συνιστάται μετά από την χειρουργική επέμβαση. Η καλύτερη χρονική στιγμή για τη θεραπεία με ακτινοβολία (δηλαδή, αν θα γίνει αμέσως ή όταν ο όγκος φαίνεται να αυξάνεται και πάλι), μελετάται επί του παρόντος σε κλινικές μελέτες.
- Grade III ολιγοδενδρογλοιώματα: Το αναπλαστικό ολιγοδενδρογλοίωμα τυπικώς αντιμετωπίζεται με ένα συνδυασμό της χειρουργικής θεραπείας με ακτινοβολία και χημειοθεραπεία. Υποτροπιάζοντα αναπλαστικά ολιγοδενδρογλοιώματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με χειρουργική επέμβαση και χημειοθεραπεία.
- Ολιγοδενδροαστροκυτώματα (μεικτοί όγκοι με αστροκύτταρα και ολιδενδροκυττάρα): αντιπροσωπεύουν το 50% του συνόλου των ολιγοδενδρογλοιωμάτων και εμφανίζουν τόσο χειρότερη πρόγνωση όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή των αστροκυττάρων στην κυτταροβρίθεια του όγκου.
Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών στα 5 χρόνια κυμαίνεται περίπου στο 50-75%. Η απώλεια του 1p/19q χρωμοσώματος στα κύτταρα του όγκου, σχετίζεται με εξαιρετική απόκριση στην ακτινοβολία και τη χημειοθεραπεία. Αντιθέτως αν το 1p/19q χρωμόσωμα είναι ανέπαφο τότε ο όγκος έχει ανθεκτικότητα στην ακτινοβολία και τη χημειοθεραπεία και η πρόγνωση των ασθενών είναι χειρότερη.